Σήμερα είναι σχετικά σπάνιο να αποθαρρυνθεί η προσπάθεια μιας γυναίκας να απολαύσει τις χαρές της μητρότητας. Εντούτοις, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια είναι ένας παράγων, που μπορεί να περιπλέξει την εξέλιξη της εγκυμοσύνης και χρήζει ιδιαίτερης φροντίδας.

Η φροντίδα αυτή προϋποθέτει τη στενή συνεργασία ομάδας επιστημόνων, η οποία περιλαμβάνει τόσο τον μαιευτήρα, όσο και τον νεφρολόγο, αλλά και τον νεογνολόγο. Απαραίτητη είναι και η ύπαρξη της κατάλληλης νοσοκομειακής δομής, η οποία θα μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξημένες αυτές ανάγκες.
Η συχνότητα εγκύων με νεφρική ανεπάρκεια κυμαίνεται, ανάλογα με τη μελέτη που λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ του 0,03% και του 0,12% επί του γενικού πληθυσμού των εγκύων γυναικών. Το χαμηλό ποσοστό των εγκύων με νεφρική ανεπάρκεια, είναι τρόπον τινά αναμενόμενο και φαίνεται πως συνδέεται με το γεγονός της παρουσίας βαριάς νεφρικής νόσου ως επί το πλείστον σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίες δεν είναι πλέον αναπαραγωγικά ενεργές.
Η εγκυμοσύνη αποτελεί μια περίοδο στη ζωή της γυναίκας, η οποία είναι μεστή έντονων συναισθημάτων, που σε πολλές περιπτώσεις θέτουν σε δοκιμασία την ψυχική της ισορροπία. Σε δοκιμασία όμως τίθεται και το σώμα της γυναίκας, το οποίο πρέπει προσαρμοστεί σε ραγδαίως μεταβαλλόμενες συνθήκες, που συνδέονται με την ταχεία ανάπτυξη του εμβρύου. Στα πλαίσια της σωματικής αυτής δοκιμασίας επιβαρύνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και η νεφρική λειτουργία της μέλλουσας μητέρας.
Η επιβάρυνση αυτή της νεφρικής λειτουργίας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης επιβεβαιώνεται τόσο από την κατά 1 με 1,5 εκ αύξηση του μεγέθους των νεφρών, όσο και από μεταβολές στις εργαστηριακές παραμέρους, που συνδέονται με τη νεφρική λειτουργία.
Οι επιπλέον απαιτήσεις από τα νεφρά, τις οποίες επιφέρει η εγκυμοσύνη, μπορεί να αποδειχθούν υπερβολικές σε περίπτωση προϋπάρχουσας νεφρικής ανεπάρκειας και να χρειαστεί η παροχή ειδικής φροντίδας στην έγκυο, προκειμένου να αποπερατωθεί με επιτυχία η εγκυμοσύνη.
Η εξέλιξη της εγκυμοσύνης και η πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών φαίνεται πως δεν εξαρτάται τόσο από το υποφώσκον αίτιο, που προκαλεί αυτήν καθεαυτήν τη νεφρική ανεπάρκεια, όσο από τη βαρύτητα της νεφρικής ανεπάρκειας.
Τα αισιόδοξα νέα είναι, πως με βάση τα στοιχεία, που διαθέτουμε, φαίνεται πως οι μέλλουσες μητέρες με ελαφρά μόνο νεφρική ανεπάρκεια, οι οποίες δεν παρουσιάζουν υπέρταση ή πρωτεϊνουρία (πρωτεϊνουρία ονομάζεται η παρουσία πρωτεΐνης στα ούρα) ή εν πάσει περιπτώσει η πρωτεϊνουρία είναι περιορισμένη, έχουν καλές πιθανότητες να απολαύσουν μια εγκυμοσύνη σχετικά απροβλημάτιστη. Φυσικά και σε αυτές τις περιπτώσεις η επιφυλακή κατά την παρακολούθηση της εγκυμοσύνης είναι αυξημένη.
Αντίθετα, όταν η προϋπάρχουσα της εγκυμοσύνης νεφρική ανεπάρκεια είναι μέτρια ή σοβαρή, οι πιθανότητες εμφάνισης σοβαρών επιπλοκών, τόσο για τη μητέρα, όσο και για το έμβρυο, αυξάνονται σημαντικά.
Οι γυναίκες αυτές είναι πιο πιθανόν κατά τη διάρκεια της κύησης να εμφανίσουν σοβαρή αναιμία, υπέρταση ή προεκλαμψία. Η προεκλαμψία είναι μια σοβαρή επιπλοκή της κύησης, η οποία χαρακτηρίζεται στα αρχικά της στάδια από υπέρταση και πρωτεϊνουρία, αλλά συχνά με την εξέλιξη της εμφανίζονται τόσο συμπτώματα εις βάρος του νευρικού συστήματος, όσο και έκτπωση της ηπατικής λειτουργίας. Η μοναδική θεραπεία, που ανακόπτει την εξέλιξη της προεκλαμψίας, η οποία μπορεί εν δυνάμει και να προκαλέσει και μόνιμες βλάβες στην υγεία της μητέρας, είναι ο τοκετός, ανεξάρτητα από το στάδιο της κύησης.
Η εγκυμοσύνη εξάλλου, συνδέεται και με την περαιτέρω επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας, όταν η προϋπάρχουσα της κύησης χρόνια νεφρική ανεπάρκεια είναι μετρίου ή σοβαρού βαθμού. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία, που έχουμε στη διάθεσή μας καταδεικνύουν μια σημαντική αύξηση της πιθανότητας επιδείνωσης της νεφρικής λειτουργίας μετά την εγκυμοσύνη, όταν οι μετρηθείσες προ της κύησης τιμές κρεατινίνης ορού υπερβαίνουν τα 2 mg/dL.
Οι επιπλοκές εις βάρος του εμβρύου σε περιπτώσεις μέτριου ή σοβαρού βαθμού χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας της μητέρας είναι η προωρότητα και η ενδομήτρια καθυστέρηση της ανάπτυξης του εμβρύου. Για το λόγο αυτό είναι ανεκτίμητη η συμβουλή και ειδικού νεογνολόγου στην παρακολούθηση μια κύησης με αυτά τα χαρακτηριστικά.
Η νεφρική ανεπάρκεια συνδέεται και με υπογονιμότητα, αφού ορμονικές ανωμαλίες οδηγούν σε ασταθή εμμηνορρυσιακό κύκλο και ανωοθυλακιορρηκτικούς κύκλους . Έτσι η επίτευξη εγκυμοσύνης κατά την αιμοκάθαρση δεν είναι πολύ πιθανή. Εντούτοις, αν επιτευχθεί κύηση, αυτή καθεαυτή η διαδικασία της αιμοκάθαρσης δεν αποτελεί πρόσκομμα. Μάλιστα οι στατιστικές σε αυτήν την περίπτωση είναι αρκετά αισιόδοξες, αφού οι εξελίξεις στη φροντίδα της αιμοκαθερόμενης νεφροπαθούς έχουν αυξήσει σημαντικά τα ποσοστά ευόδωσης της εγκυμοσύνης, αν και τα ποσοστά αποβολής στο πρώτο τρίμηνο είναι αυξημένα. Φυσικά και το πρόγραμμα της αιμοκάθαρσης προσαρμόζεται στις νέες ανάγκες της εγκύου.
Η συνυφασμένη με τη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια υπογονιμότητα επανέρχεται γρήγορα μετά από μεταμόσχευση νεφρού. Φυσικά οι πιθανότητες επίτευξης εγκυμοσύνης μετά από μεταμόσχευση νεφρού παρουσιάζονται μειωμένες σε γυναίκες, που υπεβλήθησαν στη σωτήρια αυτήν επέμβαση προς το τέλος της αναπαραγωγικής τους ηλικίας.
Η πρώτη επιτυχής εγκυμοσύνη σε λήπτρια νεφρού αναφέρθηκε το μακρινό 1958. Έκτοτε έχουν αναφερθεί πλήθος περιπτώσεων γυναικών, οι οποίες έζησαν τη χαρά της μητρότητας, αφού υπεβλήθησαν σε μεταμόσχευση νεφρού. Υπάρχουν όμως και κάποιες προϋποθέσεις για την επιτυχή κατάληξη της εγκυμοσύνης μετά από μεταμόσχευση νεφρού. Συγκεκριμένα, είναι αναγκαίο η λειτουργία του νεφρού να είναι φυσιολογική καθώς και η παρέλευση διαστήματος τουλάχιστον 2 ετών από την επέμβαση, χωρίς επεισόδια απόρριψης του μοσχεύματος. Η ανοσοκατασταλτική τέλος θεραπεία, που λαμβάνει η γυναίκα, ώστε να αποφευχθεί η απόρριψη του μοσχεύματος, είναι ανάγκη να προσαρμοστεί στα δεδομένα της κύησης.
Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια λοιπόν, δεν αποτελεί κατ’ απόλυτο τρόπο ανασταλτικό παράγοντα στην επιτυχή εξέλιξη της εγκυμοσύνης, είναι όμως απαραίτητη η στενή παρακολούθηση της εγκύου από ομάδα επιστημόνων, οι οποίοι λειτουργούντες στα πλαίσια κατάλληλης νοσοκομειακής δομής, θα μπορούν να ανταποκριθούν στην αυξημένη φροντίδα, που μια τέτοια περίπτωση απαιτεί.

Κλείστε ΕΔΩ το ραντεβού σας, για να αντιμετωπίσουμε όποιο γυναικολογικό θέμα, θέμα εγκυμοσύνης ή θέμα υπογονιμότητας σας απασχολεί!

 

Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας

 

Δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο mothersblog.gr στα πλαίσια της Παγκόσμιας Ημέρας Νεφρού (12/3/2015)