Η αιμορραγία είναι ένα από τα συνηθέστερα συμπτώματα της κύησης τόσο κατά το πρώτο τρίμηνο, όσο και αργότερα.
Αν και η κολπική αιμόρροια – όπως είναι και ο «επίσημος» ιατρικός όρος – κατά το πρώτο τρίμηνο δεν συνεπάγεται απαραίτητα και δυσμενή εξέλιξη της εγκυμοσύνης, το ίδιο δεν ισχύει άμα τη εμφανίσει της στα ύστερα στάδια της κύησης, οπότε και αντιμετωπίζεται ως σημείο αρκετά ανησυχητικό.
Υπάρχουν μη παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες συνδέονται με την εμφάνιση κολπικής αιμόρροιας κατά το δεύτερο ή το τρίτο τρίμηνο της κύησης;
Η εμφάνιση κολπικής αιμόρροιας συγκαταλέγεται μεταξύ των σημείων, τα οποία προμηνύουν τοκετό.
Η κάθοδος του μωρούς στη λεκάνη έχει ως αποτέλεσμα την άσκηση πίεσης στον τράχηλο, που είναι η είσοδος της ενδομητρικής κοιλότητας στον κόλπο.
Ο τράχηλος είναι κατά βάση ένας σωλήνας με παχιά μυϊκά τοιχώματα εντός του οποίου κατά τη διάρκεια της κύησης βρίσκεται βλέννη και πριν την έναρξη του τοκετού έχει συνήθως μήκος περίπου 3 εκατοστά. Η πίεση που ασκείται στον τράχηλο από το κεφάλι του μωρού, που κατέρχεται, έχει ως αποτέλεσμα την προοδευτική μείωση του μήκους του (εξάλειψη), αλλά και της σταδιακής αύξησης της διαμέτρου του αυλού του (διαστολή). (δείτε το παρακάτω video).
Έτσι η βλέννη, που βρισκόταν μέσα στον αυλό του τραχήλου συχνά «απελευθερώνεται» και εξέρχεται του κόλπου με τη μορφή κολπικών εκκρίσεων. Η βλέννη αυτή κάποιες φορές είναι διαυγής, ενώ άλλες φορές έχει ερυθρωπή (ροζ) η φαιά (καφέ) απόχρωση.
Η απόχρωση αυτή οφείλεται κατά πάσαν πιθανότητα στη ρήξη μικρών αγγείων του τραχήλου. Τα μικρά αυτά αγγεία σπάνε μάλλον, διότι ο τράχηλος δέχεται την πίεση της κεφαλής του μωρού. Η ρήξη των συγκεκριμένων αγγείων ενδέχεται να είναι και η αιτία της εμφάνισης κολπικής αιμόρροιας.
Εδώ αξίζει να τονιστεί, πως η αύξηση των κολπικών εκκρίσεων δεν συνεπάγεται άμεσο τοκετό. Αντίθετα, ειδικά αν πρόκειται για το πρώτο παιδί, ο τοκετός ενδέχεται να ξεκινήσει αρκετές ημέρες αργότερα.
Εν πάσει περιπτώσει, αν η εμφάνιση κολπικής αιμόρροιας λάβει χώρα μετά τις 37 εβδομάδες κύησης, οπότε και η κύηση θεωρείται τελειόμηνη (δηλαδή το μωρό είναι «πλήρως» έτοιμο, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του «έξω κόσμου»), τότε δεν υφίσταται κάποιο πρόβλημα.
Τουναντίον, αν η κολπική αιμόρροια εμφανιστεί νωρίτερα, τότε μιλάμε για κίνδυνο πρόωρου τοκετού. Ο πρόωρος τοκετός ως συνέπεια έχει την έλευση στον κόσμο ενός μωρού, που είναι στον έναν ή στον άλλο βαθμό τρόπον τινά «ανώριμο». Η βαρύτητα των όποιων προβλημάτων ενδεχομένως προκύψουν σε ό,τι αφορά την κατάσταση της υγείας και της σωματικής και διανοητικής ανάπτυξής του σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα εξαρτάται κατά κύριο λόγο από το βαθμό προωρότητας.
Ποιες παθολογικές καταστάσεις συνδέονται με την εκδήλωση κολπικής αιμόρροιας κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της κύησης;
Κατά μείζονα λόγο η κολπική αιμόρροια κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της κύησης συνδέεται με προβλήματα του πλακούντα συγκεκριμένα:
• Αποκόλληση πλακούντα – Ο όρος «αποκόλληση» θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυτονόητος. Μιλάμε για αποκόλληση του πλακούντα, όταν ο πλακούντας «ξεκολλήσει» για κάποιους λόγος από την εσωτερική επιφάνεια της ενδομητρικής κοιλότητας. Ενδέχεται τότε να διαταραχθεί η ομαλή παροχή αίματος στο μωρό. Επιπροσθέτως, καθότι ο πλακούντας είναι εξαιρετικά αγγειοβριθές (δηλαδή γεμάτο αγγεία) όργανο, συχνά η επακόλουθη της αποκόλλησης αιμορραγία είναι τόσο σημαντική, ώστε να κινδυνέψει η υγεία και της μητέρας.
• Επιχείλιος ή επιπωματικός πλακούντας – Αναφερόμαστε σε επιχείλιο ή επιπωματικό πλακούντα, όταν αντίστοιχα αυτός έχει εμφυτευθεί πολύ κοντά στο έσω τραχηλικό στόμιο ή το καλύπτει πλήρως. Η διάγνωση της συγκεκριμένης κατάστασης επιτυγχάνεται δια του υπερηχογραφικού ελέγχου και συνήθως επιλέγεται ως ασφαλέστερος τρόπος τοκετού η καισαρική τομή.
• Συμφυτικός πλακούντας – Υπό κανονικές συνθήκες ο πλακούντας δεν «διεισδύει» στο μυϊκό στρώμα του τοιχώματος της μήτρας, στο αποκαλούμενο μυομήτριο. Συμφυτικός ονομάζεται ο πλακούντας, που έχει διεισδύσει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βάθος στο στρώμα αυτό. Έτσι η προσκόλληση του πλακούντα στο εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας είναι ιδιαίτερα ισχυρή και η αφαίρεση αυτού μετά το πέρας του δευτέρου σταδίου του τοκετού ή κατά τη διάρκεια της καισαρικής τομής είναι δυσχερής και ενίοτε αδύνατη. Για το λόγον αυτόν προκαλείται σημαντική αιμορραγία και ενίοτε ο μοναδικός τρόπος ανάσχεσής της είναι η χειρουργική αφαίρεση της μήτρας (μαιευτική υστερεκτομή).
Υπάρχουν άλλες παθολογικές καταστάσεις, άσχετες με τον πλακούντα, οι οποίες ενδεχομένως να προκαλέσουν κολπική αιμόρροια κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της κύησης;
Τέτοιες καταστάσεις είναι σπανιώτερες και απλά θα τις αναφέρουμε εδώ:
• Υμενώδης πρόσφυση του ομφαλίου λώρου και προδρομικά αγγεία. Η πρόσφυση το ομφαλίου λώρου στον πλακούντα καλείται υμενώδης, όταν ο ομφάλιος λώρος εκφύεται από το πλάγιο τοίχωμα του πλακούντα, ενώ τα αγγεία του από το σημείο έκφυσής του και για ένα σημαντικό ποσοστό του μήκους του, δεν καλύπτονται από τη γέλη του Wharton, ενώ δεν περιβάλλονται εξ’ ολοκλήρου από άμνιο, αλλά είναι κατά κάποιον τρόπον «εκτεθειμένα» και επιρρεπή σε ρήξη και εξαιτίας αυτής εκδήλωσης κολπικής αιμόρροιας. Αν μάλιστα τα «εκτεθειμένα» αυτά αγγεία παρεμβάλλονται μεταξύ κεφαλής του μωρού και έσω τραχηλικού στομίου, τότε μιλάμε για προδρομικά αγγεία (βλ. εικόνα), τα οποία είναι εξαιρετικά πιθανό να ραγούν («σπάσουν») κατά τον τοκετό.
• Τραχηλίτιδα – έτσι ονομάζεται μία φλεγμονή στον τράχηλο
• Πολύποδας του τραχήλου – πρόκειται για ένα καλόηθες μόρφωμα εντοπιζόμενο επί του τραχήλου, το οποίο συχνά τείνει να αιμορραγεί.
• Καρκίνος του τραχήλου της μήτρας
Πώς γίνεται η διάγνωση του αιτίου της κολπικής αιμόρροιας κατά το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο της κύησης;
Καταρχήν, λαμβάνεται λεπτομερές ιστορικό από τη γυναίκα, ενώ εκτιμάται και η κλινική της εικόνα. Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στο ενδεχόμενο άλγος, που ενίοτε συνυπάρχει με την κολπική αιμόρροια (εντοπισμός, διάρκεια, ένταση).
Επιπροσθέτως, λαμβάνονται αιματολογικές εξετάσεις, προκειμένου να ελεγχθεί ο αιματοκρίτης της, η νεφρική και ηπατική λειτουργία, αλλά και η πηκτικότητα του αίματος.
Δια του υπερηχογραφικού ελέγχου γίνεται εκτίμηση της κατάστασης της υγείας του μωρού, αλλά και της δομικής αρτιότητας του πλακούντα. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος συχνά συμπληρώνεται από την υποβολή της γυναίκας σε καρδιοτοκογράφημα.
Ενδεχομένως, ο ιατρός να εξετάσει οπτικά και τον τράχηλο της μήτρας.
Η παραγγελία περαιτέρω εξετάσεων αλλά και τα όποια θεραπευτικά βήματα εξαρτώνται από την αρχική αυτήν εκτίμηση.
Δείτε ΕΔΩ σε ποιο στάδιο της κύησης βρίσκεστε!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας