Το μωρό κατά τη διάρκεια της κύησης μεγαλώνει προστατευμένο μέσα στη μήτρα, ενώ κολυμπάει στο αμνιακό υγρό, η παραγωγή του οποίου ξεκινάει περίπου 12 ημέρες μετά τη σύλληψη.
Η ποσότητα αμνιακού υγρού σταδιακά αυξάνεται έως τις 33 με 38 εβδομάδες της κύησης, οπότε και περίπου «σταθεροποιείται», για να αρχίσει προοδευτικά να μειώνεται από το στάδιο αυτό έως και τον τοκετό.
Ονομάζουμε ολιγάμνιο την κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από τη χαμηλή ποσότητα αμνιακού υγρού στην ενδομητρική κοιλότητα κατά τη διάρκεια της κύησης.
Πώς γίνεται η διάγνωση του ολιγαμνίου;
Δια της υπερηχογραφικής παρακολούθησης του εμβρύου, είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε την ποσότητα αμνιακού υγρού.
Δύο είναι οι δείκτες, που κατά περίπτωσιν λαμβάνουμε υπόψη μας:
• Το «βάθος» της «μέγιστης λίμνης» αμνιακού υγρού
• Ο Δείκτης Αμνιακού Υγρού (Amniotic Fluid Index/ AFI)
Λέμε, πως βρισκόμαστε ενώπιον κύησης παρουσιάζουσας ολιγάμνιο, όταν η μέγιστη λίμνη αμνιακού υγρού έχει βάθος μικρότερο των 2 εκατοστών ή ο AFI είναι μικρότερος των 5 εκατοστών.
Πόσο συχνό είναι το ολιγάμνιο;
Το ολιγάμνιο ενδέχεται να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της κύησης. Εντούτοις, συχνότερα εμφανίζεται κατά το τρίτο τρίμηνο.
Έχει υπολογιστεί, πως η επιπλοκή αυτή επηρεάζει ποσοστό των κυήσεων, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ του 4% και του 11%.
Μάλιστα η συχνότητα εμφάνισης της επιπλοκής αυτής δεν εξαρτάται από την ηλικία της μητέρας.
Ποια είναι τα αίτια του ολιγαμνίου;
Στα αίτια του ολιγαμνίου συμπεριλαμβάνονται:
• Η πρόωρη ρήξη των υμένων, με διαρροή αμνιακού υγρού από τον κόλπο
• Παράγοντες, που συνδέονται με μειωμένη παραγωγή ούρων από το μωρό (π.χ. διαταραχές στην ανάπτυξη των νεφρών του ή ύπαρξη εμποδίων στην κυκλοφορία των ούρων, όπως είναι οι λεγόμενες βαλβίδες οπισθίας ουρήθρας)
• Διαταραχές την ανάπτυξη του πλακούντα (προεκλαμψία, υπέρταση κύησης, ενδομήτρια υπολειπόμενη ανάπτυξη, αποκόλληση του πλακούντα, θρομβοεμβολικές νόσοι της μητέρας)
• Λήψη φαρμάκων (π.χ. μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη)
• Χρωμοσωμικές ανωμαλίες του μωρού (διαταραχές στο DNA του δηλαδή)
• Παράταση της κύησης πέραν των 40 εβδομάδων
Ποιες είναι οι συνέπειες του ολιγαμνίου για το μωρό;
Οι ενδεχόμενες συνέπειες περιλαμβάνουν:
• Αυξημένο κίνδυνο για περιγεννετικό (δηλαδή λίγο πριν ή λίγο μετά τον τοκετό) θάνατο του μωρού.
• Ατελή ανάπτυξη των πνευμόνων, αφού το αμνιακό υγρό είναι απαραίτητο για την ορθή ωρίμανσή τους
• Ατελή ανάπτυξη του μυοσκελετικού συστήματος, αφού το αμνιακό υγρό δίνει χώρο στο μωρό να κινήσει τα άκρα του και η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του μυοσκελετικού του συστήματος.
• Συμπίεση των οργάνων του εμβρύου με συνέπεια την εμφάνιση συγγενών (εμφανών στον τοκετό δηλαδή) ανωμαλιών, κυρίως στην καρδιά.
• Συμπίεση του ομφαλίου λώρου, με συνέπεια την παρεμπόδιση της ροής του αίματος από και προς το μωρό.
• Δυσκολία του μωρού να αντέξει τις δοκιμασίες του τοκετού, οπότε και αυξάνονται οι πιθανότητες για καισαρική τομή
• Γέννηση νεογνών, η ανάνηψη των οποίων αμέσως μετά τον τοκετό είναι δυσχερής (είναι «κοιμισμένα» και «νωθρά» μετά τον τοκετό).
• Αν το ολιγάμνιο συνδέεται με ενδομήτρια υπολειπόμενη ανάπτυξη συχνά ο βαθμός του ολιγαμνίου είναι ανάλογος με τη σοβαρότητα της ενδομήτριας υπολειπόμενης ανάπτυξης και με τη σοβαρότητα των συνεπειών αυτής.
• Αν το ολιγάμνιο συνδέεται με πρόωρη ρήξη των υμένων, τότε αυξημένες είναι οι πιθανότητες εκδήλωσης φλεγμονής εντός της ενδομητρικής κοιλότητας, λόγω εισόδου σε αυτήν παθογόνων μικροοργανισμών.
Πώς αντιμετωπίζουμε το ολιγάμνιο;
Η αντιμετώπιση του ολιγαμνίου συναρτάται της ηλικίας της κύησης, στην οποία ετέθη αρχικά η διάγνωση της κατάστασης αυτής και εδράζεται κατά κύριο λόγο στη στενή παρακολούθηση του μωρού.
Η παρακολούθηση αυτή περιλαμβάνει τον τακτικό υπερηχογραφικό έλεγχο, κατά τον οποίο απαραιτήτως θα εκτιμάται πλην της ποσότητας του αμνιακού υγρού και της ανάπτυξης του μωρού και η ροή του αίματος, στον ομφάλιο λώρο, στις μητριαίες αρτηρίες και στη μέση εγκεφαλική αρτηρία με τη μέθοδο Doppler. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος κατά κανόνα συνδυάζεται με καρδιοτοκογράφημα.
Στόχος είναι η κατά το δυνατόν παράταση της κύησης, έως ότου καταστεί εμφανές, ότι η περαιτέρω παραμονή του μωρού μέσα στη μήτρα μάλλον το βλάπτει παρά το ωφελεί.
Επιπροσθέτως, συνήθως συνιστάται να γίνει και ένεση κορτιζόνης στη μητέρα, προκειμένου να επιταχυνθεί η ωρίμανση των πνευμόνων.
Κατά περίπτωση χορηγείται και αντιβίωση στη μητέρα, ειδικά αν πρόκειται για πρόωρη ρήξη των υμένων, ώστε να αποφευχθεί κατά το δυνατόν το ενδεχόμενο εμφάνισης λοιμώξεων εντός της μήτρας.
Έχει προταθεί, ως μέσο αντιμετώπισης των συνεπειών του ολιγαμνίου, η έγχυση εντός της αμνιακής κοιλότητα φυσιολογικού ορού. Εντούτοις, η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας αυτής δεν τυγχάνει καθολικής αποδοχής στη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
Αν εκ του υπερηχογραφικού ελέγχου έχουν προκύψει στοιχεία, τα οποία είναι δηλωτικά ύπαρξης χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο μωρό, τότε δεν αποκλείεται να προταθεί και η εκτέλεση αμνιοπαρακέντησης, προκειμένου να ληφθεί γενετικό υλικό του μωρού, που θα εξετασθεί.
Από την ηλικία της κύηση, στην οποία ετέθη η διάγνωση ολιγαμνίου εξαρτάται και η πρόγνωση. Έτσι, όσο νωρίτερα στην εγκυμοσύνη εντοπισθεί ολιγάμνιο, τόσο χειρότερη είναι και η πρόγνωση.
Δείτε ΕΔΩ σε ποιο στάδιο της κύησης βρίσκεστε!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας