Τα ινομυώματα είναι καλοήθεις όγκοι της μήτρας, οι οποίοι προέρχονται από το μυϊκό τοίχωμά της. Η αύξηση του μεγέθους των μορφωμάτων αυτών εξαρτάται από την έκκριση οιστρογόνων από τις ωοθήκες.
Σπανίως εμφανίζονται ινομυώματα πριν από την έναρξη της εμμήνου ρύσεως, δηλαδή την εμμηναρχή, ενώ κατά κανόνα μετά από την εμμηνόπαυση το μέγεθος των ινομυωμάτων παρουσιάζει μείωση.
Όπως αναφέρεται και σε μελέτη του 2012 εκτιμάται, πως το ποσοστό των γυναικών με ινομυώματα κυμαίνεται μεταξύ του 5% και του 12%. Εντούτοις, ενδιαφέρον παρουσιάζει μελέτη του 2003, οι συντάκτες της οποίας κατέληξαν στο συμπέρασμα, πως ενδεχομένως το ποσοστό των γυναικών με ινομυώματα να αγγίζει ακόμα και το 80%, αν ανήκουν στη μαύρη φυλή ή το 70% των γυναικών, που ανήκουν στη λευκή φυλή!
Σε κάθε περίπτωση τα ινομυώματα αποτελούν ένα εξαιρετικά σύνηθες εύρημα του υπερηχογραφικού ελέγχου, στον οποίο υποβάλλονται συνήθως οι γυναίκες στα πλαίσια του προληπτικού γυναικολογικού ελέγχου. Είναι απαραίτητο να τονισθεί μάλιστα, πως η ύπαρξη ινομυωμάτων στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν συνδέεται με την εκδήλωση κάποιου συμπτώματος. Επομένως, συχνά τίθεται το ερώτημα κατά πόσον υφίστανται οι ενδείξεις υποβολής της γυναίκας σε χειρουργική αφαίρεσή τους.
Ποιοι είναι οι μηχανισμοί πίσω από τη δημιουργία των ινομυωμάτων;
Οι μηχανισμοί αυτοί παραμένουν είναι εν πολλοίς αδιευκρίνιστοι. Εντούτοις, η έρευνα γύρω από αυτού είναι εντατική. Ευρήματα της έρευνας αυτής εκτίθενται σε περιεκτική μελέτη του 2021, στα πλαίσια της οποίας έγινε ανασκόπηση της σχετικής επιστημονικής βιβλιογραφίας. Οι συντάκτες του συγκεκριμένου πονήματος κατέταξαν τους παράγοντες, που φαίνεται να εμπλέκονται στην εμφάνιση των ινομυωμάτων σε 4 βασικές κατηγορίες:
• Ορμονικοί
• Επιγενετικοί
• Κυτταρικοί
• Γενετικοί
Όπως συμβαίνει και με την πλειοψηφία των όγκων, τα κύτταρά των ινομυωμάτων παρουσιάζουν αλλαγές στο γενετικό τους υλικό. Οι αλλαγές αυτές ενδέχεται να είναι τόσο τα αίτια, όσο και οι συνέπειες των μηχανισμών δημιουργίας των ινομυωμάτων.
Οι συντάκτες του προαναφερθέντος πονήματος του 2021 κατέταξαν τους γενετικούς μηχανισμούς, οι οποίοι κατά τα φαινόμενα εμπλέκονται στην εμφάνιση των ινομυωμάτων σε 3 κατηγορίες:
• Κληρονομούμενη «ευαισθησία» την εμφάνιση ινομυωμάτων
• Χρωμοσωμικές ανωμαλίες
Πώς η κληρονομούμενη «ευαισθησία» εμπλέκεται στην εμφάνιση των ινομυωμάτων;
Αν και τα ινομυώματα συχνά εμφανίζονται χωρίς να έχουν καταγραφεί προφανείς προδιαθεσικοί παράγοντες, έχει αναγνωρισθεί, ότι υφίσταται κάποιου βαθμού κληρονομικότητα σε ποσοστό, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ του 8% και του 70%.
Μεταξύ των πρώτων μελετών, οι οποίες κατέγραψαν το ενδεχόμενο κληρονομικότητας ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτές, που έγιναν σε μονοζυγωτικά δίδυμα. Τα δίδυμα αυτά προήλθαν από ένα αρχικό γονιμοποιημένο ωάριο, το οποίο διαιρέθηκε σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής του τελείως, οπότε προέκυψαν δύο έμβρυα, που όμως έχουν ακριβώς το ίδιο γενετικό υλικό (DNA δηλαδή). Μεταξύ των διδύμων αυτών οι πιθανότητες εμφάνισης ινομυωμάτων καταγραφόταν υψηλότερη εν σχέσει με την αντίστοιχη πιθανότητα, που καταγραφόταν μεταξύ των διζυγωτικών διδύμων, τα οποία προέκυψαν από δύο διαφορετικά γονιμοποιημένα ωάρια και έχουν διαφορετικό γενετικό υλικό.
Έχει εξάλλου παρατηρηθεί, πως η εμφάνιση ινομυωμάτων είναι συχνότερη μεταξύ των μελών της ίδιας ευρύτερης οικογενείας.
Αριθμός συγκεκριμένων γονιδίων έχουν ταυτοποιηθεί, η παρουσία των οποίων στο γενετικό υλικό έχει συνδεθεί με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης ινομυωμάτων. Παρ’ όλα αυτά οι σχετικοί μηχανισμοί, που τίθενται σε λειτουργία ένεκα της παρουσίας των γονιδίων αυτών, οι οποίοι συνδέονται με την εμφάνιση ινομυωμάτων μας είναι προς ώρας τουλάχιστον (το παρόν άρθρο συντάχθηκε τον Οκτώβριο του 2023) άγνωστοι.
Πώς οι μεταλλάξεις εμπλέκονται στην εμφάνιση των ινομυωμάτων;
Μετάλλαξη ενός γονιδίου ονομάζεται οποιαδήποτε μεταβολή προκαλείται στη σειρά, στον αριθμό ή στο είδος των βάσεων (βάσεις ονομάζονται τα δομικά στοιχεία του DNA και κατ’ επέκτασιν των γονιδίων), που το αποτελούν, η οποία κληροδοτείται στους απογόνους του συγκεκριμένου οργανισμού.
Ένα από τα βασικότερα γονίδια, μεταλλάξεις του οποίου έχουν συνδεθεί με την εμφάνιση ινομυωμάτων είναι το γονίδιο MED12, το οποίο εντοπίζεται επί του χρωμοσώματος Χ (θυμίζουμε, πως οι γυναίκες έχουν 2Χ χρωμοσώματα, ενώ οι άνδρες 1Χ και 1Υ χρωμόσωμα). Το γονίδιο αυτό παρουσιάζεται μεταλλαγμένο στο 70% των ινομυωμάτων.
Ενδιαφέρον προκαλεί εξάλλου και η παρατήρηση, πως τα ινομυώματα φέροντα μεταλλάξεις στο γονίδιο MED12 είναι λιγότερο συχνά στις γυναίκες, που έχουν αποκτήσει παιδία και πιο συχνά σε γυναίκες με ιστορικό πυελικής φλεγμονής.
Έχουν εντοπισθεί και άλλα γονίδια, η μετάλλαξη των οποίων συνδέεται με αύξηση των πιθανοτήτων εμφάνισης ινομυωμάτων, ενώ κάποια από τα γονίδια αυτά εντοπίζονται στο μιτοχονδριακό γενετικό υλικό (το γενετικό υλικό κατά κύριο λόγο εντοπίζεται στον πυρήνα του κυττάρου, αλλά και ένα κυτταρικό οργανίδιο, που παράγει ενέργεια και ονομάζεται μιτοχόνδριο, περιέχει επίσης γενετικό υλικό).
Πώς οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες εμπλέκονται στην εμφάνιση των ινομυωμάτων;
Με τον όρο «χρωμοσωμικές ανωμαλίες» αναφερόμαστε σε αλλαγές του αριθμού των χρωμοσωμάτων ή σε αλλαγές στη δομή τους (για παράδειγμα, κάποια χρωμοσώματα παρουσιάζονται «ελλειμματικά», καθότι έχει χαθεί κάποιοι τμήμα τους).
Συχνά εντοπίζονται ελλείματα στη δομή συγκεκριμένων χρωμοσωμάτων στα κύτταρα των ινομυωμάτων. Τα χρωμοσώματα, που συνηθέστερα «εμπλέκονται» είναι το 7, το 12, το 14 και το 15.
Σε γενικές γραμμές το μέγεθος των ινομυωμάτων είναι μεγαλύτερο παρουσία τέτοιου είδους «ελλειμμάτων» στα χρωμοσώματα των κυττάρων τους.
Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Zimmermann A, Bernuit D, Gerlinger C, Schaefers M, Geppert K. Prevalence, symptoms and management of uterine fibroids: an international internet-based survey of 21,746 women. BMC Womens Health. 2012 Mar 26;12:6. doi: 10.1186/1472-6874-12-6. PMID: 22448610; PMCID: PMC3342149.
Baird DD, Dunson DB, Hill MC, Cousins D, Schectman JM. High cumulative incidence of uterine leiomyoma in black and white women: ultrasound evidence. Am J Obstet Gynecol. 2003 Jan;188(1):100-7. doi: 10.1067/mob.2003.99. PMID: 12548202.
Machado-Lopez A, Simón C, Mas A. Molecular and Cellular Insights into the Development of Uterine Fibroids. Int J Mol Sci. 2021 Aug 6;22(16):8483. doi: 10.3390/ijms22168483. PMID: 34445194; PMCID: PMC8395213.