Τι είναι η οστεοπόρωση;

Με τον όρο οστεοπόρωση αναφερόμαστε στην κλινική αυτή οντότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από τη από την υπέρμετρη απώλεια οστικού ιστού.

Κατά συνέπεια, η αντοχή των οστών στη μηχανική καταπόνηση μειώνεται. Τα οστά καθίστανται «αδύναμα» και εύθραυστα. Έτσι η στήριξη, που αυτά παρέχουν στο σώμα καθίσταται «αμφίβολη», ενώ αυξημένη είναι και η πιθανότητα καταγμάτων, ειδικά οστών, που δέχονται και μεγαλύτερο βάρος, όπως είναι το ισχίο.

Η οστική μάζα φθάνει στη μέγιστη τιμή της προς τα τέλη της τρίτης δεκαετίας (20 έως 29 ετών), από την ηλικία των 35 ετών και έπειτα, ενώ αυτή σταδιακά μειώνεται.

Η μείωση της οστικής μάζας είναι μία φυσιολογική διαδικασία. Εντούτοις, σε κάποια άτομα το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται με μεγαλύτερη «ένταση» και η απώλεια οστικής μάζας είναι «ταχύτερη». Τα άτομα αυτά είναι και πιθανότερο να παρουσιάσουν συμπτωματολογία σχετική με την οστεοπόρωση και ιδιαίτερα κατάγματα.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η οστεοπόρωση δεν εμφανίζεται «ξαφνικά». Η μείωση της οστικής μάζας ξεκινάει μετά τα 35 και ανάλογα και με τους παράγοντες κινδύνου (ή παράγοντες προδιάθεσης), που καθένας έχει, εξελίσσεται σε βάθος χρόνου. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής δεν υφίσταται στις περισσότερες περιπτώσεις συγκεκριμένη συμπτωματολογία.

Συνήθως, η διάγνωση της οστεοπόρωσης μόνον με βάση τα συμπτώματα τίθεται αφού η κατάσταση έχει προχωρήσει και η οστική μάζα έχει ήδη μειωθεί σε σημαντικό βαθμό. Κατά κανόνα η πρώτη ένδειξη οστεοπόρωσης είναι η πρόκληση κάποιου κατάγματος συχνότερα στα οστά του καρπού, στο ισχίο ή σε κάποιο σπόνδυλο.

Ο μόνος τρόπος να τεθεί η διάγνωση οστεοπόρωσης πριν από ένα τόσο οδυνηρό γεγονός, είναι δια της μέτρησης της οστικής πυκνότητας (Μ.Ο.Π.) με διπλή φωτονιακή απορροφησιομέτρηση (bone mineral density – BMD – d test with a central dual-energy x-ray absorptiometry/ central DXA test).

Τι είναι η μέτρηση της οστικής πυκνότητας (Μ.Ο.Π.) με διπλή φωτονιακή απορροφησιομέτρηση;

Πρόκειται για μία ακτινολογική εξέταση, στην οποία χρησιμοποιούνται ακτίνες Χ. Η ακτίνες αυτές χρησιμοποιούνται και στην κοινή ακτινογραφία. Η δόση της ακτινοβολίας είναι εξαιρετικά μικρή.

Συγκεκριμένα, αυτή είναι μικρότερη από την αντίστοιχη δόση, που κάποιος δέχεται, όταν υποβάλλεται σε ακτινογραφία θώρακος ή από τη δόση ακτινοβολίας, που δέχεται ως επιβάτης αεροπλάνου σε ένα μακρύ ταξίδι. Για να δώσουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ο επιβάτης ενός αεροπλάνου σε ένα ταξίδι διαρκείας περίπου 10 ωρών δέχεται 10 έως 15 φορές μεγαλύτερη δόση ακτινοβολίας από κάποιον, που υποβάλλεται σε μέτρηση οστικής πυκνότητας.

Δια της τυπικής ακτινογραφίας δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί η οστική πυκνότητα, παρά μόνον αν η οστεοπόρωση είναι σε προχωρημένο στάδιο. Βέβαια, η ακτινογραφία ενίοτε συστήνεται σε συνδυασμό με τη μέτρηση οστικής πυκνότητας, αν έχει προκύψει κάταγμα. Έτσι ο ιατρός αποκτά μία πληρέστερη εικόνα της υγείας των οστών και μπορεί να εκτιμήσει καλύτερα το χρόνο αποκατάστασης, αλλά και το είδος της θεραπείας, δια της οποίας θα επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.  

Τι ακριβώς μετράμε δια της μέτρησης της οστικής πυκνότητας (Μ.Ο.Π.) με διπλή φωτονιακή απορροφησιομέτρηση;

Το μηχάνημα της μέτρησης της οστικής πυκνότητας μοιάζει με το αντίστοιχο, που χρησιμοποιούμε στις ακτινογραφίες.

Η εξέταση γίνεται αφού ξαπλώσετε σε ύπτια θέση. Η ακτίνα το μηχανήματος «στοχεύει» είτε στο δεξί ή αριστερό ισχίο, είτε στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Στα σημεία αυτά γίνεται η μέτρηση της οστικής πυκνότητας.

Οι περιοχές του σώματος αυτές επελέγησαν, αφενός διότι τα κατάγματα εξαιτίας οστεοπόρωσης συνήθως προκαλούνται εκεί, αφετέρου επειδή τα κατάγματα στις περιοχές αυτές προκαλούν και τις σοβαρότερες επιπλοκές, ενώ η θεραπεία τους είναι δυσκολότερη.

Στη συνέχεια λαμβάνετε ένα αποτέλεσμα, το οποίο κατά βάσιν έχει 3 σκέλη:

•    μέτρηση της οστικής πυκνότητας σε απόλυτους αριθμούς

•    T score

•    Z score

Τι είναι η μέτρηση οστικής πυκνότητας σε απόλυτους αριθμούς;

Η μέτρηση οστικής πυκνότητας σε απόλυτους αριθμούς ουσιαστικά περιγράφει την πυκνότητα του οστού στο σημείο μέτρησης.

Τι είναι το T score;

Το T score είναι ένας δείκτης σύγκρισης της οστικής πυκνότητας του ατόμου με τη οστική πυκνότητα ενός ατόμου περίπου 30 ετών, οπότε και η οστική πυκνότητα είναι και μέγιστη.

Κάθε μονάδα του δείκτη T score αντιπροσωπεύει και διαφορά 10% έως 12% στην οστική πυκνότητα. Αν το T score είναι 0, τότε η μετρηθείσα οστική πυκνότητα είναι ίση με την οστική πυκνότητα ενός μέσου ατόμου 30 ετών.

Αν το T score λαμβάνει θετικές τιμές, τότε η μετρηθείσα οστική πυκνότητα είναι μεγαλύτερη από αυτήν ενός μέσου ατόμου 30 ετών. Έτσι αν το T score έχει τιμή μεταξύ του +1 και +2, τότε η μετρηθείσα οστική πυκνότητα είναι μεταξύ 10% και 20% περίπου μεγαλύτερη από αυτήν ενός ατόμου 30 ετών.  

Αν το T score λαμβάνει αρνητικές τιμές, τότε η μετρηθείσα οστική πυκνότητα είναι μικρότερη από αυτήν ενός μέσου ατόμου 30 ετών. Έτσι αν το T score κυμαίνεται μεταξύ του -2 και του -3, τότε η μετρηθείσα οστική πυκνότητα είναι μεταξύ του 20% και του 30% χαμηλότερη από αυτήν ενός ατόμου 30 ετών.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έθεσε το 1994 το όριο της οστεοπόρωσης ως ένα T score μικρότερο του -2,5.

Αντίστοιχα, όταν το T score κυμαίνεται μεταξύ του -1 και του -2,5, τότε μιλάμε για οστεοπενία. Η οστεοπενία δεν θεωρείται παθολογική κατάσταση, αλλά ούτε και ένα «προ – οστεοπορωτικό» στάδιο, υπό την έννοια ότι δεν είναι απαραίτητο να εξελιχθεί σε αληθή οστεοπόρωση. Εντούτοις, άτομα με οστεοπενία είναι σημαντικό να αρχίσουν να λαμβάνουν διάφορα μέτρα πρόληψης της οστεοπόρωσης.

Τι είναι το Z score;

Ο δείκτης Z score διαβάζεται αντίστοιχα με το δείκτη T score, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν συγκρίνεται η μετρηθείσα τιμή οστικής μάζας με την οστική μάζα ενός μέσου ατόμου 30 ετών, αλλά με αυτή ενός μέσου ατόμου με ηλικία ίδια με αυτήν του εξεταζομένου.

Επομένως, αν είστε 60 ετών, τότε το Z score συγκρίνει την μετρηθείσα τιμή οστικής μάζας με αυτήν ενός μέσου ατόμου 60 ετών.

Ο δείκτης αυτός λαμβάνεται υπόψη, αν πρόκειται για παιδιά, νέους, γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση ή άνδρες μικρότερους των 50 ετών, που εξετάζονται για οστεοπόρωση σχετική συνήθως με οικογενειακό ιστορικό.

Ποια άτομα συνιστάται να υποβάλλονται σε εξέταση μέτρησης οστικής πυκνότητας;

Σε μέτρηση οστικής πυκνότητας συνιστάται να υποβάλλονται:

•    γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω

•    άνδρες ηλικίας 70 ετών και άνω

•    άτομα, που έχουν υποστεί κάταγμα και η ηλικία τους υπερβαίνει τα 50 έτη

•    γυναίκες σε ηλικία εμμηνόπαυσης, οι οποίες εκ του ιστορικού τους προκύπτει, ότι έχουν και άλλους παράγοντες προδιάθεσης

•    γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, ακόμα και αν είναι νεότερες των 65 ετών, οι οποίες εκ του ιστορικού τους προκύπτει, ότι έχουν και άλλους παράγοντες προδιάθεσης

•    άνδρες ηλικίας 50 έως 69 ετών, οι οποίοι εκ του ιστορικού τους προκύπτει, ότι έχουν και άλλους παράγοντες προδιάθεσης

Ενδεχομένως να γίνει σύσταση για υποβολή σε εξέταση μέτρησης οστικής μάζας και αν:

•    τυχαίος ακτινολογικός έλεγχος της σπονδυλικής στήλης καταδείξει την ύπαρξη κατάγματος ή ελαττωμένης οστικής πυκνότητας

•    έχετε οσφυαλγία ή ισχιαλγία, η οποία σχετίζεται με ενδεχόμενο κάταγμα κάποιων σπονδύλων

•    αν έχετε χάσει περίπου 1,5 εκατοστά ύψους σε ένα χρόνο

•    αν έχετε χάσει περίπου 4 εκατοστά από το αρχικό σας ύψος

Δείτε ΕΔΩ πώς μπορείτε να βελτιώσετε τη σεξουαλική σας ζωή χάρη στους υπερήχους HIFU!

Δείτε ΕΔΩ πώς μπορείτε να βελτιώσετε τη σεξουαλική σας ζωή χάρη στο υαλουρονικό οξύ!

Κλείστε ΕΔΩ το ραντεβού σας, για να αντιμετωπίσουμε όποιο γυναικολογικό θέμα, θέμα εγκυμοσύνης ή θέμα υπογονιμότητας σας απασχολεί!

Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας