Τι είναι η μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια;
Ως μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια ορίζεται η εκδήλωση αιμορραγίας από τον κόλπο μετά την εμμηνόπαυση.
Λέμε, πως μια γυναίκα έχει μπει στην εμμηνόπαυση, όταν για δώδεκα συναπτούς μήνες δεν έχει περίοδο.
Κατά μέσο όρο η εμμηνόπαυση επέρχεται στην ηλικία των 51 ετών. Το ηλικιακό φάσμα εντός του οποίου είναι πιθανότερο μια γυναίκα να έχει την εμπειρία της εμμηνόπαυσης κυμαίνεται μεταξύ των 48 και των 55 ετών.
Υπάρχει όμως και ποσοστό 1% περίπου των γυναικών, οι οποίες θα βιώσουν τη λεγόμενη πρόωρη εμμηνόπαυση πριν την συμπλήρωση του 40ου έτους της ηλικίας τους.
Επομένως, η μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια είναι αυτή, που εκδηλώνεται μετά από την παρέλευση διαστήματος ίσου ή μεγαλυτέρου του ενός έτους από την έλευση της τελευταίας περιόδου.
Η μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια ενδέχεται να έχει τη μορφή «κανονικής αιμορραγίας», αλλά μπορεί να πρόκειται για σταγονοειδή αιμόρροια (απλά «λεκιάζει» το εσώρουχο). Το δε κολπικό έκκριμα σε κάποιες περιπτώσεις δεν έχει το «έντονο» κόκκινο χρώμα του αίματος, αλλά είναι «ροζ» ή και γκρι.
Η μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια ενίοτε δε εκδηλώνεται «αυτόματα» ή «ξαφνικά», άλλοτε όμως μετά από σεξουαλική επαφή. Ενδέχεται πάλι το φαινόμενο αυτό να εμφανιστεί «άπαξ» (μία μόνον φορά) και μετά να μην εκδηλωθεί ξανά.
Πόσο συχνή είναι η μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια;
Σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές αίμα από τον κόλπο μετά την εμμηνόπαυση εμφανίζεται στο περίπου 10% των γυναικών ηλικίας μεγαλύτερης των 55 ετών.
Μελέτη του 2004 κατέληξε στο συμπέρασμα, πως το 5% των επισκέψεων σε γυναικολογικό γραφείο συνδέεται ακριβώς με μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια.
Ποια είναι τα ενδεχόμενα αίτια μετεμμηνοπαυσιακής κολπικής αιμόρροιας;
Τα αίτια της μετεμμηνοπαυσιακής κολπικής αιμόρροιας περιλαμβάνουν:
• την υπερπλασία του ενδομητρίου (πρόκειται για μία καλοήθη κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από τον ανεξέλεγκτο και ταχύ πολλαπλασιασμό των κυττάρων, που καλύπτουν τα τοιχώματα της μήτρας, ενώ τα αγγεία, που αιματώνουν τον ιστό αυτό αναπτύσσονται με τρόπο «χαοτικό» και «ακανόνιστο», οπότε και είναι επιρρεπή σε ρήξη και αιμορραγία)
• την ατροφική κολπίτιδα (ο ιστός, που καλύπτει εσωτερικά τον κόλπο, εμφανίζει ιδιαίτερη ξηρότητα και χάνει την ελαστικότητά του, οπότε είναι πιο «επιρρεπής» σε τραυματισμούς – όπως κατά τη σεξουαλική επαφή – φλεγμονές, αλλά και σε αυτόματη αιμορραγία)
• την ατροφία του ενδομητρικού ιστού (ο ιστός, που καλύπτει την ενδομητρική κοιλότητα ατροφεί και «λεπταίνει» υπερβολικά και τα αγγεία, που φθάνουν σε αυτόν καθίστανται «εύθραυστα» και «επιρρεπή» σε ρήξη, εξού και η κολπική αιμόρροια)
• ινομυώματα (κατά κανόνα τα ινομυώματα, η παρουσία των οποίων συνδέεται με κολπική αιμόρροια, είναι αυτά, που προβάλλουν στην ενδομητρική κοιλότητα)
• πολύποδες (ενδέχεται να εντοπίζονται είτε στον τράχηλο, είτε στην ενδομητρική κοιλότητα)
• φλεγμονές της ενδομητρικής κοιλότητας (ενδομητρίτιδα)
• τραυματισμούς του κόλπου
• τη λήψη φαρμάκων, όπως την ταμοξιφαίνη, η οποία χορηγείται στα πλαίσια της θεραπείας του καρκίνου του μαστού (η λήψη τέτοιου είδους φαρμακευτική αγωγής αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης υπερπλασίας του ενδομητρίου, αλλά και καρκίνου του ενδομητρίου)
• τη χορήγηση θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης
• τη λήψη αντιπηκτικής αγωγής
• καρκίνο στη μήτρα (συνήθως καρκίνο του ενδομητρίου και σπανιώτερα σάρκωμα)
• καρκίνο του τραχήλου ή του κόλπου
Ενίοτε τέλος στην πραγματικότητα η αιμορραγία δεν «πηγάζει» από τον κόλπο, αλλά από τον πρωκτό ή την ουρήθρα. Παθολογίες, που συνδέονται με τέτοιου είδους αιμορραγία είναι οι αιμορροΐδες και οι ουρολοιμώξεις. Προφανώς εν τοιαύτη περιπτώσει δεν μιλάμε για κολπική αιμόρροια και κατά την κλινική εξέταση, θα πρέπει να γίνει ανάλογη διάκριση.
Πώς γίνεται η κλινική εκτίμηση της κολπικής αιμόρροιας;
Η κλινική εκτίμηση της κολπικής αιμόρροιας ξεκινάει με τη λήψη από τον ιατρό ενός λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού. Στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής θα τεθούν μεταξύ άλλων ερωτήσεις σχετικές με την ποσότητα του αίματος, τη διάρκεια της κολπικής αιμόρροιας, τη ημερομηνία της τελευταίας περιόδου, αλλά και ερωτήσεις αφορούσες το ενδεχόμενο εκδήλωσης άλλων παθολογιών.
Ακολουθεί η κλινική εξέταση, η οποία αρχικά περιλαμβάνει την επισκόπηση του τραχήλου με τη χρήση κολποδιαστολέα, οπότε και πιθανότατα θα ληφθεί και δείγμα (κολπικό επίχρισμα είναι ο «ιατρικός» όρος), για το test Παπανικολάου. Η κλινική εξέταση συμπληρώνεται με την ψηλάφηση της μήτρας, οπότε και ο ιατρός αξιολογεί το μέγεθος της μήτρας, την κινητικότητά της, τη σύστασή της, αλλά και το ενδεχόμενο εκδήλωσης άλγους κατά την άσκηση πίεσης επ’ αυτής.
Η κλινική εξέταση συμπληρώνεται από το υπερηχογράφημα, το οποίο στην πλειοψηφία των περιπτώσεων εκτελείται διακολπικά (βλ. εικόνα).
Δια του υπερηχογραφήματος ελέγχεται καταρχάς το πάχος του ενδομητρίου, ενώ εξετάζεται και το ενδεχόμενο εντοπισμού ελευθέρου υγρού εντός της κοιλότητας της μήτρας. Παράλληλα, αξιολογείται και η μορφολογία των ωοθηκών, οι οποίες μετά την εμμηνόπαυση είναι ατροφικές και ελέγχεται η επ’ αυτών ύπαρξη κύστεων.
Έχει διατυπωθεί η άποψη, πως παρουσία κολπικής αιμόρροιας σε εμμηνοπαυσιακή γυναίκα, το «ανώτατο» όριο πάχους του ενδομητρίου ανέρχεται στα 5 χιλιοστά του μέτρου. Φαίνεται, ότι αν το πάχος του ενδομητρίου στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το όριο αυτό, τότε οι πιθανότητες κακοήθειας ανέρχονται στο 7% περίπου.
Αν αυτό κριθεί σκόπιμο με βάση το ιστορικό και την κλινική εικόνα της γυναίκας, ενδέχεται να ζητηθεί και περαιτέρω απεικονιστικός έλεγχος με μαγνητική ή αξονική τομογραφία και αιματολογικός έλεγχος, οποίος συνήθως μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τον έλεγχο των επιπέδων συγκεκριμένων καρκινικών δεικτών.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθούμε σε στοιχεία μελέτης του 2018. Στα πλαίσια της έρευνας αυτής αναλύθηκαν στοιχεία προερχόμενα από 129 παλαιότερες μελέτες, οι οποίες περιελάμβαναν συνολικά 40.790 γυναίκες, που παρουσίαζαν μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα, που προέκυψαν από την αξιολόγηση του μεγάλου αυτού στατιστικού δείγματος το 9% των γυναικών με μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια παρουσίαζαν τελικά καρκίνο του ενδομητρίου.
Η πιθανότητα αυτή θεωρείται ιδιαίτερα υψηλή. Οπότε το σύμπτωμα αυτό δεν θα πρέπει να αγνοηθεί από τη γυναίκα ακόμα και αν η ποσότητα του αίματος είναι ιδιαίτερα μικρή και αν η αιμόρροια εμφανίστηκε μόνον μία φορά και σταμάτησε μετά.
Μετά την κλινική εκτίμηση τι ακολουθεί;
Η υψηλή πιθανότητα εξάλλου σύνδεσης της μετεμμηνοπαυσιακής κολπικής αιμόρροιας με την εκδήλωση καρκίνου του ενδομητρίου, μας έχει οδηγήσει να θεωρούμε, πως το σύμπτωμα αυτό είναι κατά κανόνα και ένδειξη για υποβολή της γυναίκας σε υστεροσκόπηση ή σε απόξεση ενδομητρίου. Δια των επεμβάσεων αυτών λαμβάνεται ικανό δείγμα ιστού από την κοιλότητα της μήτρας, το οποίο και εξετάζεται από παθολογοανατόμο στο εργαστήριο.
Η τελική διάγνωση των αιτίων της μετεμμηνοπαυσιακής κολπικής αιμόρροιας τίθεται μόνον μετά τη σύνταξη της σχετικής παθολογοανατομικής έκθεσης. Επομένως, ανάλογα και με τα συμπεράσματα, που θα προκύψουν από την εξέταση του δείγματος, θα γίνουν και οι κατάλληλες για την κάθε περίπτωση συστάσεις για περαιτέρω θεραπευτικά μέτρα, όποτε αυτά κριθούν αναγκαία.
Δείτε ΕΔΩ πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά την κολπική ξηρότητα, χάρη στους υπερήχους HIFU
Δείτε και τα σχετικά videos, που δημιουργήσαμε σε συνεργασία με τον ιστότοπο mothersblog.gr, στην ομάδα ειδικών του οποίου ανήκουμε!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Moodley M, Roberts C. Clinical pathway for the evaluation of postmenopausal bleeding with an emphasis on endometrial cancer detection. J Obstet Gynaecol. 2004 Oct;24(7):736-41. doi: 10.1080/014436104100009394. PMID: 15763777.
Clarke MA, Long BJ, Del Mar Morillo A, Arbyn M, Bakkum-Gamez JN, Wentzensen N. Association of Endometrial Cancer Risk With Postmenopausal Bleeding in Women: A Systematic Review and Meta-analysis. JAMA Intern Med. 2018;178(9):1210-1222. doi:10.1001/jamainternmed.2018.2820