Τι είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση;

Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι μια διαδικασία κατά την οποία δια της χορήγησης της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής «αναγκάζουμε» τις ωοθήκες τις γυναίκας να παράξουν όσο το δυνατόν περισσότερα ωάρια γίνεται. Στη συνέχεια συλλέγουμε τα ωάρια αυτά, τα γονιμοποιούμε στο εργαστήριο και εμφυτεύουμε όλα ή μέρος από τα έμβρυα, που θα προκύψουν την κατάλληλη στιγμή στη μήτρα.
Σχηματικά η εξωσωματική γονιμοποίηση χωρίζεται σε πέντε στάδια:

1. Διέγερση ωοθηκών
2. Συλλογή των ωαρίων
3. Γονιμοποίηση των ωαρίων
4. Καλλιέργεια των εμβρύων
5. Μεταφορά των εμβρύων στη μήτρα (εμβρυομεταφορά).
Επομένως, σαν «τέλος» της εξωσωματικής γονιμοποίησης μπορούμε να θεωρήσουμε τη μεταφορά των εμβρύων στη μήτρα.

Δεν εμφυτεύονται πάντα όλα τα έμβρυα στη μήτρα. Αν υπάρχει ικανός αριθμός εμβρύων κάποια από αυτά καταψύχονται, ώστε να εμφυτευθούν σε επόμενο κύκλο, αν η εξωσωματική αποτύχει ή αν η γυναίκα επιθυμεί επόμενη κύηση.

Τι κάνει μια γυναίκα μετά την εμβρυομεταφορά;

Από την εμβρυομεταφορά αναμένουμε περίπου 15 ημέρες, οπότε και γίνεται μία μέτρηση β-χοριακής, προκειμένου να εξακριβώσουμε, αν ξεκίνησε κύηση. Κατά το διάστημα αυτό χορηγούνται φαρμακευτικά «βοηθήματα», τα οποία στόχο έχουν να προάγουν την εμφύτευση του εμβρύου.

Τι συμβαίνει, αν οι τιμές της β-χοριακής είναι ικανοποιητικές;

Στην περίπτωση αυτή συνεχίζεται η παρακολούθηση της κύησης, όπως σε κάθε άλλη κύηση. Επόμενο βήμα είναι η καταγραφή δια του υπερηχογραφήματος της καρδιακής λειτουργίας του εμβρύου.

Πότε μπορεί να καταγραφεί η καρδιακή λειτουργία;

Θεωρητικά καρδιακή λειτουργία μπορεί να καταγραφεί ήδη από την 6η εβδομάδα της κύησης δηλαδή περίπου ένα μήνα – ίσως κάτι λιγότερο – μετά την εμβρυομεταφορά. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να χρειαστεί μία με δύο εβδομάδες παραπάνω.

Γιατί είναι τόσο σημαντικό να καταγραφεί η καρδιακή λειτουργία;

Η καταγραφή της καρδιακής λειτουργίας έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι μετά από το σημείο αυτό μειώνονται σημαντικά οι πιθανότητες να σημειωθεί αποβολή της κύησης.
Εξάλλου, με δεδομένο, πως προκειμένου να αυξήσουμε τις πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης εμφυτεύουμε πλέον του ενός εμβρύου, όποτε αυτό είναι εφικτό, η καταγραφή του καρδιακού ρυθμού μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε πόσα τελικά από έμβρυα αυτά είναι βιώσιμα, ώστε να γνωρίζουμε, αν βρισκόμαστε μπροστά σε μία μονήρη, δίδυμο ή – σπανιότερα – τρίδυμο κύηση.

Πρέπει να τονίσουμε όμως, πως η καταγραφή περισσοτέρων του ενός καρδιακού παλμού δεν σημαίνει, πως απαραίτητα θα γεννηθούν περισσότερα μωρά. Είναι εξαιρετικά συχνό, να μην αναπτύσσονται όλα τα έμβρυα μέχρι τέλους.

Πότε λέμε, πως η εξωσωματική γονιμοποίηση πέτυχε;

Τεχνικά η εξωσωματική γονιμοποίηση λέμε, πως πέτυχε, άμα πάρετε το παιδί στην αγκαλιά. Βέβαια η πιθανότητα αποβολής μειώνεται, όταν καταγράψουμε στο υπερηχογράφημα καρδιακό ρυθμό.

Όμως η μείωση των πιθανοτήτων αποβολής μειώνονται ακόμα περισσότερο μετά το τέλος του πρώτου τριμήνου, δηλαδή περίπου 10 με 12 εβδομάδες από την εμβρυομεταφορά. Συνεπώς, από το ορόσημο αυτό κι έπειτα, μπορούμε να πάρουμε μια ανάσα ανακούφισης.

Πότε λέμε, πως η εξωσωματική δεν πέτυχε;

Η διαπίστωση αυτή γίνεται, όταν οι τιμές β-χοριακής δεν είναι ικανοποιητικές, ή όταν δεν καταγραφεί καρδιακός παλμός.

Τι γίνεται τότε;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από το αν έχουν καταψυχθεί έμβρυα ή όχι.

Στην περίπτωση, που έχουν καταψυχθεί έμβρυα, τότε εξετάζεται το ενδεχόμενο αυτά – ή κάποια από αυτά – να εμφυτευθούν στη μήτρα σε επόμενη φάση. Από ιατρικής άποψης επόμενη εμφύτευση μπορεί να γίνει ακόμα και στον επόμενο κύκλο της γυναίκας, δηλαδή μετά από περίπου ένα μήνα. Εντούτοις, το διάστημα αυτό μπορεί να μεταβληθεί ανάλογα με το ιστορικό της γυναίκας και τη γενικότερη κλινική της κατάσταση.

Φυσικά, το πότε ενδεχομένως θα γίνει επόμενη εμφύτευση εμβρύων δεν εξαρτάται μόνο από κλινικές παραμέτρους. Εξαρτάται και από την ψυχική κατάσταση της γυναίκας, αφού η όλη διαδικασία της εμβρυομεταφοράς, δεν αποτελεί μεν σημαντική σωματική δοκιμασία, αλλά δεν πρέπει να υποτιμάται το ψυχικό βάρος, που συνδέεται με αυτήν.

Αν δεν υπάρχουν κατεψυγμένα έμβρυα, τότε η γυναίκα θα πρέπει να υποβληθεί ξανά σε όλη την διαδικασία της χορήγησης αγωγής για διέγερση των ωοθηκών, οπότε και το ψυχικό, το σωματικό, αλλά και το οικονομικό κόστος είναι μεγαλύτερο. Η χρονική στιγμή επανάληψης της διέγερσης των ωοθηκών εξαρτάται από το ιστορικό της γυναίκας και την κλινική της εικόνα. Θα μπορούσε να πει κανείς, πως ένα δίμηνο από την αρχή της προηγούμενης διέγερσης ίσως είναι ένα ικανό διάστημα, για να επαναληφθεί η προσπάθεια.

Μετά την εξωσωματική τι;

Η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελεί το πιο «ισχυρό όπλο» μας στην προσπάθεια της αντιμετώπισης της υπογονιμότητας. Αν μια προσπάθεια εξωσωματικής αποτύχει δεν χρειάζεται να απογοητεύεστε, αφού οι πιθανότητες επιτυχίας αυξάνονται – μέχρι ενός σημείου βέβαια – με τον αριθμό των προσπαθειών. Αυτό άλλωστε αντικατοπτρίζεται και στο ειδικό λογισμικό, που σχεδιάστηκε από μεγάλο φορέα των Η.Π.Α., ο οποίος επιβλέπει τα κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Πότε λέμε, πως δεν αξίζει άλλο να προσπαθήσω;

Δυστυχώς ξεκάθαρη απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί. Η συμβουλή εξαρτάται από το ιατρικό σας ιστορικό, ενώ σημαντικό βάρος έχει τόσο η ψυχική σας κατάσταση, αλλά και το καθόλου ευκαταφρόνητο οικονομικό κόστος της όλης διαδικασίας.

Κλείστε ΕΔΩ το ραντεβού σας, για να αντιμετωπίσουμε όποιο γυναικολογικό θέμα, θέμα εγκυμοσύνης ή θέμα υπογονιμότητας σας απασχολεί!

Δείτε και το σχετικό video, που δημιουργήσαμε σε συνεργασία με τον ιστότοπο mothersblog.gr, στην ομάδα ειδικών του οποίου ανήκουμε!

 

Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!

Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας